Το τελευταίο άρθρο της Φρόσως Μπενετή, στο περιοδικό της Ελληνικής Εταιρείας Συμβουλευτικής, τεύχος 1 – Ιούλιος 2021
Το παιχνίδι συντροφεύει πιστά τον άνθρωπο σε όλη την ιστορική του διαδρομή. Ήδη από την αρχαιότητα αποτελούσε αναπόσπαστο μέρος των εορταστικών τελετών και συναθροίσεων και πολλές φορές συνδεόταν με τη λατρεία κάποιας θεότητας. Ο Johan Huizinga, ένας απ’ τους σημαντικότερους Ιστορικούς του 20ου αιώνα, στο μοναδικό έργο του “Homo ludens” («Ο παίζων άνθρωπος») (1989), υποστηρίζει πως το παιχνίδι είναι αρχαιότερο από τον πολιτισμό και πως υπάρχει στενή σχέση μεταξύ τελετουργίας και παιχνιδιού, η οποία αναγνωριζόταν κι από τον Πλάτωνα.
Η λέξη play (παιχνίδι) προέρχεται ετυμολογικά από το παλαιοαγγλικό «plegan» (ασκούμαι, κινούμαι γοργά), ενώ το μεσοφλαμανδικό «pleyen» (χορεύω) είναι συγγενής όρος. Ο Walter Skeat στο «Concise Etymological Dictionary of the English Language» (1882) αναφέρει πως το αγγλοσαξονικό «plega» (παιχνίδι, άθλημα), σημαίνει επίσης και «μάχη, αγώνας» και θεωρεί πως οι αγγλοσαξονικοί όροι είναι δανεισμένοι από το λατινικό «plega», που σημαίνει χτύπημα. Ακόμη κι αν η έννοια της μάχης υπό το πρίσμα του χορού ή μιας τελετουργίας υπεισέρχεται στη σημασία του παιχνιδιού, δεν περιορίζει σε καμία περίπτωση την έννοιά του, η οποία είναι ιδιαίτερα διευρυμένη στην ιστορική της πορεία.
Οι τελετουργίες και τα σύμβολα διαδραματίζουν ιδιαίτερο ρόλο στη ζωή ενός ανθρώπου. Η εμπειρία τους μας επηρεάζει, όπως ακριβώς κι ένα πραγματικό γεγονός κι αυτό συμβαίνει, διότι το ασυνείδητο δεν ξεχωρίζει το πραγματικό από το συμβολικό. Το παιχνίδι συμβολίζει ένα διαφορετικό κόσμο μέσα από τον οποίο ανακαλύπτουμε τον εαυτό μας αλλά και τους άλλους.
Ο Άγγλος παιδίατρος και ψυχαναλυτής Donald Winnicott (1896- 1971) στο βιβλίο του «Παιχνίδι και Πραγματικότητα» (1978), ένα βιβλίο-σταθμός για την Ψυχολογία του 20ου αιώνα, είπε πως: «μόνο το παιχνίδι κάνει την πραγματικότητα ένα ουσιαστικό κεφάλαιο της ύπαρξης».
Όσοι δυσκολεύονται να παίξουν, δυσκολεύονται να αναγνωρίσουν και την πραγματικότητα μένοντας εγκλωβισμένοι σε ένα χώρο που μπορεί να οδηγήσει στην εκδήλωση διανοητικών και ψυχικών διαταραχών.
Η ψυχοθεραπεία πραγματοποιείται, όταν συναντιούνται δύο περιοχές παιχνιδιού, εκείνη του θεραπευόμενου κι εκείνη του θεραπευτή, καθώς «η ψυχοθεραπεία έχει να κάνει με δυο ανθρώπους που παίζουν μαζί» (1978, σ.80). Όταν το παιχνίδι δεν είναι εφικτό, ο θεραπευτής επιδιώκει να φέρει το θεραπευόμενο «από μια κατάσταση όπου δεν είναι ικανός να παίξει, σε μια κατάσταση που να είναι ικανός να παίξει» (1978, σ.80). Για τον Winnicott, δηλαδή, η θεραπεία σχετίζεται με την ικανότητα ή μη κάποιου να παίξει.
Το παιχνίδι χρησιμοποιήθηκε θεραπευτικά επίσης από την Anna Freud (1895-1982) και τη Melanie Klein (1882-1960). Η Klein μάλιστα πρότεινε τη χρήση του παιχνιδιού, αντί της λεκτικής διατύπωσης στην ψυχανάλυση των παιδιών (όπως αναφέρεται στο Takhvar, 1988). Η διασφάλιση της ικανότητας των παιδιών να παίζουν, αποτελεί μια ιδιαίτερα δημιουργική και καρποφόρα διαδικασία, ενώ παράλληλα εδραιώνει μια θετική κοινωνική στάση προς το παιχνίδι. Ουσιαστικά αυτό είπε κι ο Winnicott, ότι το παιχνίδι είναι πάντα μια δημιουργική εμπειρία στη διάρκεια της ζωής, μια βασική μορφή ζωής.
Στις μέρες μας υπάρχει πλήθος θεωρητικών μελετών και μια πλούσια βιβλιογραφική αναφορά σε όλους εκείνους που ανέπτυξαν θεωρίες για τη σχέση του ανθρώπου με το παιχνίδι (Hall, Freud, Piaget, Winnicott, Vygotsky, Dewey, Montessori, Caillois, Wallon, Inhelder, Dinello, Krasnor, Pepler, Garvey, Ericson, Bruner, Froebel κ.ά.).
Είναι εμφανές ότι η μελέτη της σπουδαιότητας αλλά και της λειτουργίας του παιχνιδιού είναι μία αέναη διερεύνηση. Το εγχείρημα αυτό μπορεί να αποτελέσει μία καινούργια ματιά, που θα εμπλουτίσει τις θεωρίες και τις απόψεις μας στην αναζήτηση της απάντησης στο ερώτημα: γιατί παίζουμε;
● Επιστημονικές έρευνες αναφέρουν πως για να πετύχει κάποιος μία καινούργια σύναψη στον εγκέφαλο χρειάζονται περίπου 400 επαναλήψεις, εκτός αν γίνεται μέσω του παιχνιδιού που τότε χρειάζονται μόλις 10 με 20!!!
● Το παιχνίδι ήταν μία από τις απαντήσεις που έδωσαν σε μια δημοσκόπηση χιλιάδες άνθρωποι, όταν ρωτήθηκαν ποιες στιγμές νιώθουν πως έχουν μεγαλύτερη εστίαση!
● Με το παιχνίδι στρέφουμε την προσοχή μας στις αισθήσεις μας κι ο νους σταματάει να φλυαρεί κι ησυχάζει. Αυτός είναι κι ένας από τους λόγους που αρέσουν στους ανθρώπους τα επικίνδυνα αθλήματα, γιατί πρόκειται για δραστηριότητες στις οποίες χρειάζεται να είναι κάποιος απόλυτα εστιασμένος. Η ισχυρή εστίαση επιφέρει ταυτόχρονα μία αίσθηση γαλήνης κι ευχαρίστησης.
● Μέσα από το παιχνίδι αποδίδεται με πιστότητα η πορεία της ανθρωπότητας, καθώς κατά τη διάρκειά του αναπαρίστανται οι δραστηριότητες των προγόνων.
● Το παιχνίδι λειτουργεί ως κάθαρση και χαλαρώνει τον άνθρωπο μετά από μία έντονη συναισθηματική κατάσταση.
● Ο άνθρωπος μέσα από το παιχνίδι αναζωογονεί την ενέργειά του.
● Το παιχνίδι μπορεί να λειτουργήσει ως αρωγός στην επίλυση εσωτερικών συγκρούσεων.
● Μέσα από το παιχνίδι αναδύονται καταπιεσμένα συναισθήματα και για το λόγο αυτό στο χώρο της Ψυχικής Υγείας αξιοποιείται για την αντιμετώπιση μιας ανεπιθύμητης κατάστασης μέσω της ενεργητικής αναπαράστασής της.
● Στο πνεύμα της θεωρίας του Δαρβίνου, το παιχνίδι θεωρείται ότι ασκεί τις ενστικτώδεις ικανότητες του ατόμου, οι οποίες όμως διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο για το μέλλον του. Με αυτό τον τρόπο γίνεται ένα αναπόσπαστο μέρος των αξιόλογων ανθρώπινων δραστηριοτήτων.
● Το παιχνίδι μέσω της επανάληψης και της έκθεσης του ατόμου σε μη γνώριμες πάντοτε ενέργειες συμβάλλει στην ανάπτυξη δεξιοτήτων για την αντιμετώπιση άγνωστων καταστάσεων και στην απόκτηση νέων εμπειριών.
● Στο παιχνίδι βιώνονται θετικά συναισθήματα, που συνδέονται με το γέλιο, το τόσο σημαντικό κι ουσιαστικό για τη ζωή.
● Μέσω του παιχνιδιού ο άνθρωπος μπορεί να εκφράσει τον ανώτερο εαυτό του, που θα τον κινητοποιήσει για την αλλαγή και μεταμόρφωσή του.
● Το παιχνίδι έχει διττή λειτουργία. Η μία είναι εσωτερική, γιατί στρέφει τον άνθρωπο προς τα έσω, να εντοπίσει τις αρετές και τις δυνατότητές του, κι η άλλη εξωτερική, διότι τον ωθεί σε μία εξερεύνηση του περιβάλλοντος κόσμου.
● Στο παιχνίδι οι απραγματοποίητες επιθυμίες βρίσκουν ικανοποίηση.
● Μέσα από το παιχνίδι, ο άνθρωπος χαίρεται αλλά και γνωρίζει τη ζωή. Γίνεται πιο αυθόρμητος, πιο ευέλικτος και πιο χαρούμενος.
Συνοψίζοντας, μέσα από το παιχνίδι, η χαρά γίνεται η πρώτη επιλογή, καθώς καταργούνται οι δεύτερες σκέψεις κι αναδύεται στην επιφάνεια μια διαφάνεια, μια καθαρότητα.
Αυτό ακριβώς θέλουμε να ξαναβρούμε ως ενήλικες, την καθαρότητα και τη χαρά ως επιλογή, καθένας μέσα από τη δική του πορεία ωρίμασης κατά τη διαδικασία της ενηλικίωσης.
Βιβλιογραφία:
Εμψύχωση ομάδας με τη Συνθετική Παιγνιόδραση – Η εμψύχωση, Φρόσω Μπενετή, Εκδόσεις Εμψύχωσις