Επιμέλεια – Συρραφή: Φρόσω Μπενετή, Σύμβουλος Ψυχικής Υγείας – Εμψυχώτρια ομάδων
Η γοητεία της αποπλάνησης είναι μυστηριώδης, υπονομευτική, γεμάτη υπαινιγμούς, ασαφή μηνύματα, επιδέξιες κινήσεις υπεκφυγής ως προς την επιθυμία του άλλου, κρυφές στρατηγικές προσέγγισης. Έχουμε να κάνουμε με μια ικανότητα που συγγενεύει με την τέχνη, με μια γοητευτική αμφιθυμία που αγγίζει τη διαστροφή ή προσομοιάζει με τον ασκητισμό.
Η αποπλάνηση, τουλάχιστον στις ψυχολογικές της παραπομπές, που όμως δεν εξαντλούν το εύρος της και δεν αξιώνουν να έχουν την τελευταία λέξη για το νόημά της, είναι βαθιά ριζωμένη στην περιοχή του απωθημένου, της απώλειας και της ‘επανεύρεσης’ των αντικειμένων της αγάπης μέσω της συμβολικής πράξης που απελευθερώνει το υποκείμενο από τον καταναγκασμό της άμεσης ικανοποίησης.
Η μητέρα, σύμφωνα με τον Freud, είναι η πρώτη πλανεύτρα. Το σώμα της και η αγάπη της παραμένουν στη μνήμη του ανθρώπου σαν απόλυτοι και απαγορευμένοι χώροι, προς τους οποίους στρέφεται η επιθυμία του. Ο Freud έλεγε πως “η αγάπη είναι νοσταλγία για τη μητέρα” και υπαινίσσεται το δέλεαρ της μνήμης των εμπειριών ικανοποίησης και αισθησιασμού με τη μητέρα και με το σώμα της (Masciangelo 1988, 399). Όμως η επιθυμία του παιδιού για τη μητέρα υφίσταται περιορισμούς και διαψεύσεις. Μοιραία, η μητρική παρουσία είναι ασυνεχής και την απουσία της το βρέφος μπορεί να την βιώσει σαν τραύμα, σαν θλιβερό χωρισμό.
Αντιθέτως η ερωτική εμπειρία συνεπάγεται την αποδοχή του άλλου ως ελεύθερης ύπαρξης που αποπλανά. Τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει πως το να δεχτούμε να μας αποπλανήσουν δεν είναι τόσο απλό, όσο ενδεχομένως φαίνεται. Είναι πολύ πιο εύκολο να ταυτιστούμε με τον ρόλο του αποπλανώντος παρά να αφεθούμε στο έλεος της βασανιστικής επιθυμίας, της παρουσίας και της απουσίας του άλλου, της έλευσης και της απομάκρυνσής του, που αναπόφευκτα διασπείρουν και άλλες νοσταλγίες, άλλους πόθους για πληρότητα και ένωση.
Πάνω απ’ όλα, αυτό που βγαίνει στην επιφάνεια με την αποπλάνηση του άλλου, είναι ο φόβος να εκτεθούμε, ο φόβος για τις πληγές που ανοίγει ο έρωτας, εάν “αγαπώ” σημαίνει βγαίνω πέραν του βασιλείου του “Εγώ μου”, πέραν της ζώνης ασφαλείας, πηγαίνω προς το άγνωστο, προς το ξένο, που με φέρνει αντιμέτωπο με ό,τι ξένο, ό,τι άγνωστο φιλοξενώ μέσα μου, με το Διπλό πρόσωπό μου, με τη Σκιά μου.
Εμπρός στο άγνωστο μας καταλαμβάνει η ανησυχία, προβάλλουμε σθεναρές αντιστάσεις και δεδομένου ότι ο φόβος είναι η αρχή της ψυχολογίας (Hillman 1972, 92-93), ο φόβος να εκτεθούμε στα θέλγητρα της αποπλάνησης σημαίνει την ασυνείδητη κατανόηση της μυσταγωγικής διαδρομής που θα διανύσουμε, χάρη στον άλλο. Όμως, για τι είδους διαδρομή πρόκειται, ποιο στόχο έχει ο έρωτας;
Πηγή – Βιβλιογραφία:
Μύθοι και θρύλοι της αποπλάνησης, Aldo Carotenuto, Μτφρ. Τατιάνα Κόκκορη, Εκδόσεις Ίταμος