Επιμέλεια – Συρραφή: Φρόσω Μπενετή, Σύμβουλος Ψυχικής Υγείας – Εμψυχώτρια ομάδων

 

Συνέχεια από το προηγούμενο …

… Ο έρωτας κυνηγάει το όνειρο της επανασύνθεσης των διαχωρισμένων μερών, της επανένωσης κατά την απόλυτη στιγμή του αγκαλιάσματος. Ο μύθος του Ανδρόγυνου, η άποψη του Πλάτωνα για τον έρωτα, είναι το αρχαίο παραμύθι της Ψυχής και του Έρωτα. Σύμφωνα με τη μυστικιστική διδασκαλία, η αγάπη, στις πιο υψηλές της εκφάνσεις, διαστέλλει τους χώρους της ψυχής, συσκοτίζει το Εγώ, θέτοντάς το στην υπηρεσία μιας ευρύτερης ολότητας.

Η ιδέα, που στηρίζει όλες τις απόψεις περί ερωτικής εμπειρίας, είναι ότι αυτή συνδέεται με την προβληματική των αντιθέτων και, κατά συνέπεια, τείνει να επαναπραγματοποιήσει μια εμπειρία συμφιλίωσης.

Μια από τις εντυπωσιακότερες εκδοχές του μύθου του Ανδρόγυνου είναι εκείνη του αρχαίου Σιβαϊσμού, που έχει επιζήσει στην Ινδία ως μεταφυσική και αποκρυφιστική διδασκαλία, στην οποία στηρίζονται οι πλέον υψηλές φιλοσοφικές και θρησκευτικές θεωρίες της Ανατολής. Ο θεός Σίβα είναι ασώματος, εμπεριέχοντας όμως όλες τις δυνάμεις και όλα τα αντίθετα, περιέχει και τα φύλα και τις μορφές. Μόλις ο Σίβα διπλασιάζεται, γεννιέται η δύναμη της επιθυμίας, που είναι η έλξη των αντιθέτων, και από την επιθυμία γεννιούνται οι κόσμοι. Η θηλυκή μορφή του Σίβα αναπαριστάται από τη θεά Σάκτι και το αιώνιο ζεύγος τους δημιουργεί τον Ανδρόγυνο, τέλεια αναπαράσταση του Θείου.

Ο Jung, πάνω στα ίχνη των μελετών που ο Freud είχε αρχίσει, ανίχνευσε στην ψυχή το θεμέλιο μιας αρχικής αμφισεξουαλικότητας, και της τάσης να επανακτηθεί, μέσω της επαφής με τις ασυνείδητες ετεροφυλόφιλες παραμέτρους, η ολότητα του ίδιου του ψυχισμού. Παρατηρώντας στο δικό του ασυνείδητο την παρουσία μιας θηλυκής συμπληρωματικής μορφής, της δίνει το όνομα Anima. Η Anima (και η Animus ως αρσενική ασυνείδητη μορφή στη γυναίκα) είναι ένα είδος alter ego που φέρουμε μέσα μας, και συνδέεται από τον Jung με την προβληματική των αντιθέτων και με την ανάγκη του ατόμου να τα ολοκληρώνει και όχι να τα μάχεται. Μέσω της ερωτικής εμπειρίας και της εσωτερικής επεξεργασίας της, το άτομο ολοκληρώνει πλευρές αντιθετικές ως προς το φύλο του και διευρύνει την προσωπικότητά του. Η αποδοχή της λανθάνουσας θηλυκότητας ή αρρενωπότητας, και η ολοκλήρωση μέσω της αποδοχής της ως οντότητας στην ολότητά της, σημαίνει την αποδοχή του ψυχισμού μας υπό τη μορφή μιας αληθινής αμφισεξουαλικότητας. Ο Ανδρόγυνος αποτελεί γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο έναν μύθο επανολοκλήρωσης.

Με τη σύγκρουση των αντιθέτων εκδηλώνεται η έλξη των αντιθέτων και, με τον διαχωρισμό των φύλων, η νοσταλγία του αδιαχώριστου. Μέσα σ’ αυτό τον κόσμο των αλυσιδωτών σχέσεων, τα αντίθετα είναι πάντοτε συνδεδεμένα (Lila 1963, 170).

Η ερωτική εμπειρία, στην πιο ολοκληρωμένη και βαθιά έκφρασή της, θα μπορούσε να οριστεί ως εμπειρία ολοκλήρωσης. Πέρα από τις εξιδανικεύσεις του έρωτα, που, ξεκινώντας από έναν κακώς εννοούμενο πλατωνισμό και από τον υπερβολικό δυϊσμό μεταξύ σώματος και πνεύματος, έχουν δώσει ζωή στο ευγενές ιδανικό του εξαϋλωμένου έρωτα, μπορούμε να προσεγγίσουμε και να κατανοήσουμε την ερωτική εμπειρία ως μια εμπειρία ολότητας.

Η ερωτική εμπειρία είναι προφανές ότι γειτονεύει με την περιοχή του ιερού. Βρισκόμαστε στη ζώνη όπου γίνεται η σύζευξη των άκρων, της υπερβολής και της διάλυσης, της αφομοίωσης και της απόλυτης ετερότητας. Βέβηλοι ή μη εραστές, μας μιλούν για τον έρωτα σαν μια εκστατική και συνάμα τρομακτική εμπειρία. Έτσι, ο Ρίλκε έγραψε ότι “η ομορφιά δεν είναι παρά η απαρχή του τρομερού”. Ίσως αυτή η ομορφιά να είναι ο συμβολικός τρίτος που γεννιέται από την ένωση των δύο ατόμων, το “πνευματικό παιδί”, που προσδίδει διάρκεια στην πνευματική υπόσταση των εραστών (Jacobi 1944).

Όποιο όνομα και να δώσουμε σ’ αυτή την πνευματική γενεαλογία, αποτελεί τη μαρτυρία ότι η αυθεντική ερωτική εμπειρία είναι προπαντός μια εμπειρία ψυχικής σύνδεσης, γιατί το άλγος της ψυχής φέρνει κοντά τους διαχωρισμένους πόλους της εμπειρίας, έτσι ώστε ιερό και βέβηλο, αισθησιασμός και πνευματικότητα, απώλεια και αφθονία, Έρως και Θάνατος να ξανασυναντώνται σε συγκατοίκηση στο παράδοξο του έρωτα. Λέμε συγκατοίκηση γιατί το πάθος κάνει τον άνθρωπο να βιώνει την τάση για την ένωση, χωρίς να την προσεγγίζει ποτέ. Οι ίδιοι οι εραστές αντιλαμβάνονται το σκοτεινό νόημα της φαινομενικής διφυίας του ερωτικού φαινομένου, το οποίο τροφοδοτεί το πάθος, και για τον λόγο αυτό αισθάνονται ανησυχία και αναστάτωση, διαπιστώνοντας ότι ο άλλος κατέχει κάτι που αποπλανεί, που μπορεί να συλλάβει την επιθυμία τους.

Ακριβώς όπως στην παιδική ηλικία το παιδί αναγνωρίζει στην παρουσία / απουσία της μητέρας την πηγή της χαράς του, αλλά και την απειλή της δυστυχίας του, έτσι και ο εραστής γνωρίζει, μέσω της παρουσίας / απουσίας του άλλου, την αναστάτωση της ψυχής και του σώματος, όταν το αντικείμενο της αγάπης του εμφανίζεται σαν η μοναδική τροφή που μπορεί να το κρατήσει στη ζωή.

Πηγή – Βιβλιογραφία:

Μύθοι και θρύλοι της αποπλάνησης, Aldo Carotenuto, Μτφρ. Τατιάνα Κόκκορη, Εκδόσεις Ίταμος